Η κοινωνική πολιτική είναι άχρηστη και επιζήμια ( Κλασσική σχολή οικονομικών θεωριών )


A.Smith , T.Malthus , D.Ricardo , J.S.Mill
     Ως εκπρόσωποι της κλασικής οικονομικής σχολής , ήταν φανατικοί υποστηρικτές και κήρυκες του οικονομικού φιλελευθερισμού , σύμφωνα με τον οποίο ο κύριος κανόνας οικονομικής πολιτικής είναι η ελευθερία της οικονομικής δραστηριότητας , που επιτυγχάνεται με την κατάργηση της κρατικής παρέμβασης .
     Οι απόψεις τους για την κρατική παρέμβαση σε δύο τομείς κοινωνικής πολιτικής : τις παροχές προς τους φτωχούς και τους μισθούς .
                                                         A.Smith
     Για τον A.Smith , πηγή του πλούτου ενός έθνους είναι η εργασία . Η αύξηση του πλούτου μπορεί να προέλθει είτε από την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας , που είναι αποτέλεσμα του εντεινόμενου καταμερισμού της εργασίας , είτε από την αύξηση του αριθμού των παραγωγικών εργατών , που εξαρτάται από την συσσώρευση του κεφαλαίου .
Τόσο ο ρυθμός συσσώρευσης του κεφαλαίου , όσο και η εμβάθυνση του καταμερισμού της εργασίας εξαρτώνται από την διαρκή μεγέθυνση των αγορών , που επιτυγχάνεται με την απελευθέρωση του εμπορίου από τα προστατευτικά εμπόδια .
     Με τον όρο πλούτο , ο Smith εννοούσε το σύνολο των υλικών προϊόντων ή των ειδών κατανάλωσης , δεδομένου ότι η κατανάλωση ήταν γι ‘ αυτόν ο τελικός στόχος και η αιτία της παραγωγής . Επιπλέον αναφερόταν στα αναγκαία καταναλωτικά εμπορεύματα ως αυτά που τα ήθη μιας κοινωνίας θεωρούν ανεπίτρεπτο για αξιοπρεπείς ανθρώπους , ακόμα και της κατώτερης εισοδηματικής τάξης , να μην διαθέτουν .
Δεν πρότεινε όμως κάποια μορφή κρατικής παρέμβασης υπέρ των φτωχών , ώστε αυτοί να εξασφαλίζουν τα αναγκαία καταναλωτικά εμπορεύματα , διότι εμπιστευόταν απόλυτα το σύστημα της ελεύθερης αγοράς ως προς αυτό το θέμα.
Θεωρούσε συγκεκριμένα , ότι η αγορά λειτουργούσε ως «αόρατο χέρι» , που εναρμόνιζε τα εγωιστικά ατομικά συμφέροντα με το συμφέρον της κοινωνίας .
     Παράλληλα θεωρούσε ότι η νομοθεσία για τους φτωχούς , που προέβλεπε βοήθεια σε χρήμα και σε είδος , έπρεπε να καταργηθεί , διότι παρεμπόδιζε την γεωγραφική κινητικότητα της εργασίας , εφόσον έδενε τον φτωχό με την κοινότητα που κατοικούσε και η οποία του παρείχε βοήθεια .
                                                           T.Malthus
     O T.Malthus είναι γνωστός μεταξύ άλλων γιατί πρώτος διατύπωσε τον νόμο του πληθυσμού και υποστήριξε την άποψη ότι η βοήθεια προς τους φτωχούς είναι επιζήμια , διότι επιδεινώνει την φτώχεια τους .
Ο νόμος του πληθυσμού λέει ότι το ύψος του πληθυσμού καθορίζεται από την διαθέσιμη ποσότητα διαβίωσης .
     Η φτώχεια και η ένδεια προκύπτουν από το γεγονός ότι τα μέσα διαβίωσης αυξάνονται κατά αριθμητική πρόοδο , λόγω των φθινουσών αποδόσεων της γης , ενώ ο πληθυσμός κατά γεωμετρική πρόοδο .
     Οι φτωχοί μπορούν να βελτιώσουν την μοίρα τους μόνο όταν απέχουν συνειδητά από την γρήγορη αύξηση του πληθυσμού τους με το να παντρεύονται σε μεγαλύτερες ηλικίες και με την σεξουαλική εγκράτεια .
     Η ένδεια οδηγεί εκ των πραγμάτων στην συγκράτηση του ρυθμού αύξησης του πληθυσμού , ενώ αντίθετα η βοήθεια προς τους φτωχούς , ενθαρρύνει αυτούς να κάνουν και άλλα παιδιά και άρα επιδεινώνει την φτώχεια τους .
     Με βάση αυτό το συμπέρασμα , ο Μalthus επετέθη στις αρχές του 19ου αιώνα με δριμύτητα στον ισχύοντα στην Βρετανία νόμο περί φτωχών , τασσόμενος υπέρ της τροποποίησής του επί το αυστηρότερο .
                                                             D.Ricardo
     O D.Ricardo χρησιμοποίησε τον νόμο του πληθυσμού του Malthus για να διατυπώσει τον σιδερένιο νόμο των μισθών .
Σύμφωνα μ ‘ αυτόν τον νόμο , οι μισθοί των εργατών ρυθμίζονται από τις μεταβολές του πληθυσμού και κυμαίνονται γύρω από το ελάχιστο όριο συντήρησης . Γι ‘ αυτό , κάθε προσπάθεια αύξησης των μισθών με τεχνητά μέσα ( π.χ. μέσω απεργιών ή εργοστασιακής νομοθεσίας ) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία .
     Ο σιδερένιος νόμος των μισθών συνδέεται επίσης με τους νόμους της διανομής του εισοδήματος και της φθίνουσας γονιμότητας του εδάφους .
     Σύμφωνα με τον Ricardo , η συσσώρευση του κεφαλαίου οδηγεί σε αύξηση του πληθυσμού , επέκταση των καλλιεργειών στα λιγότερο γόνιμα εδάφη και σε ανύψωση της τιμής των αγροτικών προϊόντων , λόγω υψηλοτέρων εξόδων παραγωγής .
Η ανάγκη εξασφάλισης του ελάχιστου ορίου συντήρησης των εργατών , προκαλεί αύξηση των ονομαστικών μισθών προς αντιστάθμιση των υψηλότερων τιμών των αγροτικών προϊόντων , με συνέπεια την μείωση των κερδών , έως ότου η οικονομία περιέλθει σε κατάσταση στασιμότητας .
Η στασιμότητα παράγει ανεργία και πτώση των ονομαστικών μισθών κάτω από το ελάχιστο όριο συντήρησης . Η πτώση αυτή ωθεί ξανά τα κέρδη προς τα πάνω και έτσι επιταχύνεται η συσσώρευση κεφαλαίου .
     Σε περίοδο ταχείας συσσώρευσης , μια νομοθετική παρέμβαση στους μισθούς μειώνει το ποσοστό κέρδους και άρα επιταχύνει την είσοδο της οικονομίας στην φάση της στασιμότητας , ενώ σε περίοδο βραδείας συσσώρευσης του κεφαλαίου δεν αφήνει το ποσοστό κέρδους να ανέλθει ώστε να εξέλθει η οικονομία από την στασιμότητα .
     Παρόμοια είναι τα επιχειρήματα του Ricardo ενάντια στις παροχές του κράτους προς τους φτωχούς μέσω φορολογίας .
     Η φορολογία , όταν πλήττει τις επιχειρήσεις , περιορίζει το ποσοστό κέρδους και επιβραδύνει την συσσώρευση του κεφαλαίου , από την οποία εξαρτάται ο πλούτος ενός έθνους . Ταυτόχρονα , η θέση των φτωχών δεν βελτιώνεται , διότι οι παροχές , μαζί με τον χαμηλό ρυθμό συσσώρευσης του κεφαλαίου , δημιουργούν σχετικό υπερπληθυσμό , ο οποίος ωθεί τους μισθούς κάτω από το ελάχιστο όριο συντήρησης των εργατών .
                                                                J.S.Mill
     O J.S.Mill είναι το τελευταίος σημαντικός εκπρόσωπος της κλασικής οικονομοθεωριτικής σχολής
και ταυτόχρονα το σύμβολο ενός κινήματος για κοινωνικές μεταρρυθμίσεις , που έπαιξε σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις της χώρας του ( Βρετανίας ) τον 19ο αιώνα . Υπέρμαχος του Ωφελισμού , ο J.S.Mill , συνδύασε τις αρχές του οικονομικού φιλελευθερισμού με την ανάγκη κρατικής παρέμβασης στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής στο ρεύμα του κοινωνικού φιλελευθερισμού .
     Υποστήριξε την ανακατανομή του εισοδήματος και του πλούτου με δραστικούς φόρους επί της γαιοπροσόδου και των κληρονομιών , την ελευθερία οργάνωσης των εργατικών συνδικάτων , τον περιορισμό των ωρών εργασίας , την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων , τον έλεγχο της απασχόλησης των ανηλίκων , το καθολικό δικαίωμα ψήφου και την παιδεία για όλους .
     Οι προτάσεις του για τις κρατικές παρεμβάσεις στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής είναι αποτέλεσμα της μεταστροφής των απόψεών του , τέσσερα χρόνια πριν τον θάνατό του , όσον αφορά την θεωρία περί αποθέματος μισθών , την οποία ενστερνιζόταν μέχρι τότε , όπως όλοι οι κλασικοί συγγραφείς .
     Σύμφωνα μ ‘ αυτήν την θεωρία , η ζήτηση εργασίας σε μία οικονομία προσδιορίζεται από ένα απόθεμα κεφαλαίου που είναι προορισμένο για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσης των εργατών ( απόθεμα μισθών ) .Το ύψος του μισθού εξαρτάται από την αναλογία στην οποία βρίσκονται τα μέσα διαβίωσης με το εργαζόμενο τμήμα του πληθυσμού μιας χώρας και προκύπτει από την διαίρεση του αποθέματος με τον συνολικό αριθμό των εργατών .
Όταν αυξάνεται ο πληθυσμός χωρίς να αυξάνεται το κεφάλαιο , οι μισθοί μειώνονται , ενώ όταν συμβαίνει το αντίστροφο , οι μισθοί αυξάνονται .
     Από την παραπάνω θεωρία προέκυπτε ότι μόνο από την απόκτηση λιγότερων παιδιών και την ταχύτερη συσσώρευση επιχειρηματικού κεφαλαίου , οι εργάτες μπορούσαν να αναμένουν βελτίωση των μισθών τους και όχι από την συνδικαλιστική τους δράση .
     Οι επιτυχίες των οικονομιών αγώνων της εργατικής τάξης και το συνδικαλιστικό κίνημα της δεκαετίας του 1860 , κλόνισαν την πίστη στην εγκυρότητα της θεωρίας και οδήγησαν πολλούς μελετητές , όπως και τον J.S.Mill , στην αποκύρυξή της .
     Το πρακτικό αποτέλεσμα της μεταστροφής ήταν ότι τα συνδικάτα νομιμοποιούνταν στο εξής να διεκδικούν υψηλότερους μισθούς , διότι αυτοί μπορούσαν να αυξηθούν σε πραγματικού όρους , χωρίς να προκαλέσουν οικονομική στασιμότητα .
     Από την άλλη , ο Mill θεωρούσε ότι η αύξηση των μισθών , η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων και η παιδεία θα οδηγούσαν σε περιορισμό της γεννητικότητας και άρα σε βελτίωση της σχέσης του πληθυσμού προς το υφιστάμενο κεφάλαιο στις επόμενες γενεές , γεγονός που θα επέτρεπε μελλοντική αύξηση των μισθών .
     Η ριζική αναθεώρηση της νομοθεσίας για τους φτωχούς στην Βρετανία το 1843 , που κατήργησε την άμεση βοήθεια σε χρήμα και σε είδος προς τους φτωχούς και έκανε υποχρεωτική την διαμονή τους σε σπίτια εργασίας ( workhouses ) , αντανακλά την επίδραση της κλασικής οικονομικής σκέψης , όπως εκφράστηκε από τους Smith , Malthus  και Ricardo που συνοπτικά , θεωρούν την κρατική παρέμβαση σε θέματα κοινωνικής πολιτικής , άχρηστη και επιζήμια .
     Αντίθετα ο J.S.Mill , νομιμοποίησε την κοινωνική πολιτική , υποστηρίζοντας ότι η βελτίωση της διαβίωσης του πληθυσμού μέσω της αύξησης των μισθών και της κρατικής παρέμβασης σε τομείς κοινωνικής πολιτικής είναι εφικτή και επιθυμητή , εφόσον δεν έχει αναγκαστικά οικονομικές και κοινωνικές παρενέργειες .
     Έτσι ο J.S.Mill άνοιξε τον δρόμο στο επερχόμενο ρεύμα του κοινωνικού φιλελευθερισμού .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.

Πολιτικο – φιλοσοφικές θεωρίες για την κοινωνία ( κρατική παρέμβαση )


  ΠΟΛΙΤΙΚΟ – ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

     α) Φιλελευθερισμός ,
     β) Ωφελισμός ,
     γ) Απόψεις του Ρόουλς για την κοινωνική δικαιοσύνη και τον σοσιαλισμό .
            ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΙ
     Για τους φιλελεύθερους , ο πρωταρχικός στόχος της κοινωνίας είναι η ατομική ελευθερία και ο καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί η οικονομική της διάσταση είναι ο ανταγωνισμός στην αγορά και η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής .
     Οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι , όπως οι Χάγιεκ , Φρήντμαν και Νόζικ , αντλούν από δυο διαφορετικές φιλοσοφικές παραδόσεις .
Οι δύο πρώτοι υπερασπίζονται την αγορά και την ατομική ιδιοκτησία , επειδή αυτές μεγιστοποιούν την κοινωνική ευημερία και χρησιμοποιούν επιχειρήματα που ανάγονται ιστορικά στους φιλοσόφους Χιούμ και Μπένθαμ .
Ο Νόζικ υπερασπίζεται την ατομική ιδιοκτησία ως φυσικό δικαίωμα με ηθικά επιχειρήματα που ανάγονται ιστορικά στον φιλόσοφο Σπένσερ . Θεωρεί την κρατική παρέμβαση ηθικά λανθασμένη , διότι αποσπά από τα άτομα εισόδημα που απέκτησαν νόμιμα και να αναγκάζει να ξοδεύουν μέρος του χρόνου τους εργαζόμενα για το κράτος .
Ο Νόζικ είναι υπέρμαχος του «ελάχιστου κράτους» ή του «κράτους νυχτοφύλακα» , που έχει ως μοναδικό ρόλο την προάσπιση της ασφάλειας των προσώπων και της ιδιοκτησίας .
     Και οι Χάγιεκ και Φρήντμαν θεωρούν ότι η σπουδαιότερη κοινωνική αξία είναι η ατομική ελευθερία αλλά υποστηρίζουν την αγορά και την ιδιωτική οικονομία με το επιχείρημα ότι αυτό το σύστημα μεγιστοποιεί την κοινωνική ευημερία .
Γι’ αυτούς η κρατική παρέμβαση πρέπει να περιορίζεται στην προστασία της ελευθερίας είτε από εξωτερικού εχθρούς ( άμυνα ) είτε από τους συμπολίτες ( διατήρηση του νόμου και της τάξης , εγγύηση των ιδιωτικών συμβολαίων και εξασφάλιση πλήρους ανταγωνισμού στις αγορές ) .
Επίσης , ενώ για τον Νόζικ το κράτος δεν δικαιούται να έχει κανέναν αναδιανεμητικό ρόλο , για τους Χάγιεκ και Φρήντμαν μπορεί να αναδιανέμει το εισόδημα , αλλά σε περιορισμένο βαθμό και μόνο για την αντιμετώπιση της φτώχειας .
     Ο Χάγιεκ εξάλλου υποστηρίζει ότι η έννοια της κοινωνικής δικαιοσύνης στερείται νοήματος , εφόσον η αγορά αποτελεί απρόσωπο μηχανισμό , που ομοιάζει με οικονομικό παίγνιο με νικητές και ηττημένους . Γι΄αυτό και η διανομή του προϊόντος μέσω αυτής δεν μπορεί να είναι ούτε δίκαιη αλλά ούτε και άδικη .
Η επιδίωξη της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι επικίνδυνη , διότι το κράτος μπορεί να καταστρέψει την τάξη που επιβάλλει η αγορά και η οποία είναι ταυτόχρονα αποτελεσματική και η μόνη που εγγυάται την ατομική ελευθερία .
Όταν το κράτος εμποδίζει την απρόσκοπτη λειτουργία της αγοράς , τότε θέτει σε κίνηση μια διαδικασία που οδηγεί προοδευτικά στον ολοκληρωτισμό .
                                                                 ΩΦΕΛΙΜΙΣΤΕΣ
     Το ρεύμα αυτό έλκει την καταγωγή του από τον Άγγλο ριζοσπάστη φιλόσοφο Τζέρεμι Μπένθαμ , που πρώτος υποστήριξε ότι οι άνθρωποι συνειδητά επιδιώκουν την ευχαρίστηση και αποφεύγουν τον πόνο , ότι οι ηθικοί κανόνες οφείλουν να ενθαρρύνουν την συμπεριφορά που αυξάνει την ευχαρίστηση και μειώνει τον πόνο και ότι η κρατική παρέμβαση είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της μέγιστης ευτυχίας για τον μέγιστο αριθμό ατόμων .
     Η κρατική παρέμβαση , για τον Μπένθαμ , ταυτιζόταν με την  νομοθεσία που οφείλει να θεσπίζει ένα σύστημα κινήτρων και ποινών , που να εξαναγκάζει τα άτομα να προάγουν την ευτυχία του συνόλου .
     Οι σύγχρονοι ωφελιμιστές ενστερνίζονται την άποψη του Μπένθαμ για την ανάγκη κρατικής παρέμβασης προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η κοινωνική ευημερία , που αποτελεί τον κύριο γι’ αυτούς στόχο , αλλά δεν μιλούν μόνο για την ανάγκη υιοθέτησης κατάλληλης νομοθεσίας .
Δίνουν έμφαση στον αναδιανεμητικό ρόλο του κράτους .
     Υποστηρίζουν , ότι η μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας εξασφαλίζεται όταν τα αγαθά παράγονται αποτελεσματικά και διανέμονται δίκαια ( αν και όχι απαραίτητα ίσα ) .
Στα αγαθά περιλαμβάνονται όχι μόνο τα υλικά αγαθά και οι υπηρεσίες , αλλά και τα δικαιώματα , οι ελευθερίες και η πολιτική δύναμη .
Δεδομένου ότι η οριακή χρησιμότητα φθίνει με την αύξηση του εισοδήματος , η αναδιανομή του εισοδήματος μέσω του κράτους από αυτούς με υψηλότερα εισοδήματα σ ‘ αυτούς με χαμηλότερα , αυξάνει την κοινωνική ευημερία .
     Γενικότερα , ενώ οι σύγχρονοι ωφελιμιστές πιστεύουν ότι ο καπιταλισμός είναι αποτελεσματικότερος από οποιοδήποτε άλλο σύστημα , παράλληλα θεωρούν ότι συνεπάγεται υψηλό κόστος με όρους ανισότητας και φτώχειας και ότι το κράτος μπορεί να μετριάσει αυτό το κόστος , αυξάνοντας παράλληλα την κοινωνική ευημερία .
Επίσης δέχονται την δημόσια παραγωγή ορισμένων αγαθών , σε περίπτωση που υπάρχουν ατέλειες και αδυναμίες της αγοράς .
     Δύο είναι οι σημαντικότερες κριτικές που έχουν απευθυνθεί στον ωφελισμό .
     α) Η μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας δεν προϋποθέτει απαραίτητα την βελτίωση της θέσης αυτών με το χαμηλότερο εισόδημα . Μπορεί να επιτευχθεί αυξάνοντας μόνο την ευημερία των πλουσιότερων , με αποτέλεσμα την χειροτε΄ρευση της σχετικής θέσης των φτωχότερων .
    β) Η άριστη διανομή του εισοδήματος δεν μπορεί να προσδιοριστεί , παρά μόνο εάν η ατομική χρησιμότητα μετρηθεί με αριθμητικό τρόπο , ώστε να γίνεται σύγκριση μεταξύ ατομικών χρησιμοτήτων . Έτσι δεν μπορεί να αποδειχθεί εμπειρικά ότι η αναδιανομή εισοδήματος από τους πλούσιους στους φτωχούς οδηγεί σε αύξηση της κοινωνικής ευημερίας .
     Η πρώτη κριτική ασκείται από τους υπέρμαχους της κοινωνικής δικαιοσύνης για λόγους αρχής , όπως ο φιλόσοφος Ρόουλς , ενώ η δεύτερη από τους φιλελεύθερους .
                                       Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΡΟΟΥΛΣ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
     Για τον Ρόουλς , που είναι φιλόσοφος , η δικαιοσύνη αποτελεί φυσικό δικαίωμα , το οποίο είναι αναπαλλοτρίωτο και δεν μπορεί να υποχωρήσει μπροστά στην κοινωνική ευημερία . Γι ‘ αυτό και η κοινωνική δικαιοσύνη πρέπει να αποτελεί τον πρωταρχικό στόχο των θεσμών .
Η δικαιοσύνη είναι επιθυμητή από μόνη της , για ηθικούς λόγους , αλλά επίσης και επειδή οι κοινωνικοί θεσμοί επιβιώνουν μόνον όταν θεωρούνται δίκαιοι .
     Ο Ρόουλς υποστηρίζει ότι υπάρχει ένας ορισμός της δικαιοσύνης που είναι ταυτόχρονα γενικός ( για όλους τους πολιτισμούς ) και προκύπτει μέσω μιας διαδικασίας που καθένας μπορεί να συμφωνήσει ότι είναι δίκαιη .
Αυτή η διαδικασία οδηγεί στην διατύπωση αρχών περί δίκαιης διανομής των αγαθών , όπου στα αγαθά περιλαμβάνονται όχι μόνο τα υλικά αγαθά αλλά επίσης η ελευθερία και οι ευκαιρίες .
     Όλα τα αγαθά πρέπει να διανέμονται ίσα , εκτός και αν μία άνιση διανομή τους ωφελεί αυτά τα άτομα ή τις ομάδες που βρίσκονται στην χειρότερη θέση .

     Έτσι , μια πολιτική που θα αύξανε της ευημερία των πλουσιοτέρων χωρίς να μειώνει αυτήν των υπολοίπων , θα ήταν επιθυμητή για τους ωφελιμιστές και ανεπιθύμητη για τους οπαδούς του Ρόουλς .
                                                          ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ
     Οι βασικοί σοσιαλιστικοί στόχοι είναι η ισότητα , η ελευθερία και η αλληλεγγύη .
Διαφορετικοί συγγραφείς τους αποδίδουν διαφορετική βαρύτητα . Υπάρχει όμως γενική συμφωνία για την σημασία της ισότητας και για την διανομή του εισοδήματος ανάλογα με τις ανάγκες κάθε ατόμου σε μία ολοκληρωμένη σοσιαλιστική κοινωνία .
     Παρά την συμφωνία τους ως προς τους κοινωνικούς στόχους και την διάγνωση των αποτυχιών της αγοράς στο να τους ικανοποιήσει , οι σοσιαλιστές διχάζονται ως προς τον καλύτερο τρόπο για την επίτευξή τους .
     Οι σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν ότι οι θεσμικές αλλαγές , με προεξάρχοντα τον ολοένα διευρυνόμενο ρόλο του κράτους στην οικονομική ζωή , έχουν περιορίσει σημαντικά τα κακά του καπιταλισμού και έχουν καταστήσει δυνατό τον έλεγχο του συστήματος της αγοράς και την χρησιμοποίησή του για την επίτευξη σοσιαλιστικών στόχων .
     Εντέλει αποδέχονται τον ρόλο της ατομικής ιδιοκτησίας και της αγοράς , αν και τροποποιημένο και στις δύο περιπτώσεις από την κρατική παρέμβαση . Όπως και οι ωφελιμιστές , πιστεύουν ότι οι στόχοι τους θα επιτευχθούν στο πλαίσιο μια μικτής οικονομίας .
     Άλλοι σοσιαλιστές , όπως οι μαρξιστές , θεωρούν ότι η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και το σύστημα της αγοράς και του κέρδους είναι από την φύση τους αντιφατικά με τους σοσιαλιστικούς στόχους .
Ειδικότερα θεωρούν τις καπιταλιστικές  σχέσεις παραγωγής εκμεταλλευτικές και ασύμβατες με την επίτευξη του στόχου της ισότητας . Γι ΄αυτό και απορρίπτουν τον καπιταλισμό , ακόμα και με την μορφή της μικτής οικονομίας .

Τα παραπάνω ανεπτύχθησαν από την Επίκουρη καθηγήτρια της Παντείου,του τμήματος
κοινωνικής πολιτικής , κυρίας Μαρίας Καραμεσίνη .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.

H κατανομή των πόρων και οι «οικονομολόγοι» ..


                                    KATANOMH TΩΝ  ΠΟΡΩΝ  ( allocation of resources )

Πρόκειται για την «σημαντικότερη» διαδικασία σύμφωνα με την οικονομική επιστήμη .
Οι πόροι είναι οτιδήποτε μπορεί να κατέχει και να εκμεταλλεύεται ένας άνθρωπος :

– Κεφάλαιο .
– Γη .

– Εργασία ( που μπορεί να διαθέσει ) .
– Γνώσεις κ.λπ .
     Σε μια ελεύθερη αγορά ( και όχι μόνο ) , η ανταλλαγή πόρων είναι αδιάκοπη . Μέσω των συναλλαγών και με μέσο το χρήμα , οι άνθρωποι προσφέρουν ο ένας στον άλλον τους πόρους τους ( δηλαδή την περιουσία τους και τα προσόντα τους ) με αντάλλαγμα άλλους πόρους ( στην πραγματικότητα βέβαια δεν παίρνουν ως αντάλλαγμα πόρους αλλά χρήμα με το οποίο μπορούν να αγοράσουν όποιους πόρους επιθυμούν ) .
     Θεωρείται λοιπόν πως η αγορά διευκολύνει αυτήν την συνεχή αλλαγή της ιδιοκτησίας των πόρων .
     «Υποτίθεται» επίσης πως η αγορά οδηγεί και στην καλύτερη δυνατή ( την άριστη ) κατανομή των πόρων .
Όταν αυτή επιτυγχάνεται , η κοινωνία αυξάνει τον πλούτο της …
     Ένα παράδειγμα :
Ο Δημήτρης έχει ένα αυτοκίνητο το οποίο αποτιμά για 6000€ . Αυτό σημαίνει πως δεν το πουλά κάτω από 6000€ , αλλά θα το πουλούσε ευχαρίστως για 6100€ .
Ο Βασίλης έχει στην τσέπη του 8000€ και φυσικά τις εκτιμά τόσο ακριβώς .
Ο πλούτος της κοινωνίας λοιπόν ( αν την περιορίσουμε σ΄αυτά τα δύο άτομα ) , είναι 14000€ . ( 6000€ του αυτοκινήτου του Δημήτρη και 8000€ τα μετρητά του Βασίλη ) .
     Περνώντας ο Βασίλης από το σπίτι του Δημήτρη , βλέπει το αμάξι του παρκαρισμένο απ’ έξω και σκέφτεται πως ευχαρίστως θα έδινε 7000€ για να το αποκτήσει .
Γι’ αυτόν , το αυτοκίνητο αξίζει περισσότερο απ’ ότι για τον Δημήτρη και δεν υπάρχει αμφιβολία πως και ο τελευταίος θα προτιμούσε τα 7000€ από τα 6000€ που το εκτιμούσε ο ίδιος .
     Αν επικοινωνήσουν και διαπραγματευθούν , θα καταλήξουν σχεδόν σίγουρα στην πώληση του αυτοκινήτου από τον Δημήτρη στον Βασίλη .
Ας πούμε πως ο Δημήτρης είναι πολύ καλός στα παζάρια και κατορθώνει να το πουλήσει στον Βασίλη στο ποσό των 6800€ .
Σαν αποτέλεσμα , ο Δημήτρης τώρα έχει στην τσέπη του 6800€ και ο Βασίλης ένα αυτοκίνητο που ( γι’ αυτόν ) αξίζει 7000€ συν 1200€ που του περίσσεψαν …
     Η κοινωνία αύξησε τον πλούτο της σε 15000€ ( 6800 + 8200 ) .
Που βρέθηκαν τα επιπλέον 1000€ ;;;
Μα από την άριστη κατανομή των πόρων , η οποία με την βοήθεια της αγοράς οδήγησε στην απόκτηση του πόρου από εκείνον που τον εκτιμά περισσότερο , που γι’ αυτόν έχει την μεγαλύτερη αξία και που είναι πρόθυμος να να πληρώσει για να τον αποκτήσει .
     Προσοχή! Αν ο Βασίλης ήταν καλύτερος στα παζάρια και έπειθε τον Δημήτρη να του δώσει το αμάξι για 6200€ , τότε πάλι θα είχε επιτευχθεί το «κοινωνικό κέρδος» των 1000€ .
Ο Δημήτρης θα είχε 6200€ και ο Βασίλης το αυτοκίνητο που αξίζει 7000€ γι’ αυτόν και 1800€ «ρέστα» . Σύνολο 15000€ ( 6200 + 7000 + 1800 ) !!
     Βλέπουμε λοιπόν πως για την κοινωνία δεν έχει σημασία ποιος είναι καλύτερος στην διαπραγμάτευση , αλλά να πραγματοποιηθεί η συναλλαγή . Όσο για τα μέρη που συναλλάσσονται  , αυτά μπορούν να κερδίσουν λίγα ή πολλά ( ανάλογα με τις διαπραγματευτικές τους ικανότητες ) , αλλά πάντως θα κερδίσουν σίγουρα ( αλλιώς δεν θα συναινούσαν στην συναλλαγή ). !!
     Εκτιμάται λοιπόν από τους οικονομολόγους ότι μια κοινωνία πρέπει να αφήνει ελεύθερες τις συναλλαγές ώστε να επιτυγχάνεται η όσο το δυνατόν άριστη κατανομή των πόρων , η οποία οδηγεί στην αύξηση του πλούτου της κοινωνίας ως συνόλου …!!
Χα !!

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.