Συστηματικά σφάλματα νόησης – Κοινωνική αλληλεπίδραση


     ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ
     Σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση συμπεριφορών παίζει και η επίδραση φαινομένων που εντάσσονται στις σφαίρες της κοινωνικής ψυχολογίας όπως η διαπροσωπική και η δια των μέσων επικοινωνίας μετάδοση ( contagion , στην ψυχολογία ορίζεται ως η διάδοση ενός υποδείγματος συμπεριφοράς , στάσης ή συναισθήματος από πρόσωπο σε πρόσωπο ή από μια ομάδα ανθρώπων σε άλλη μέσω προτροπών , προπαγάνδας , φημών ή μίμησης ) .
     Ενδιαφέρον παρουσιάζει η , ιστορικά και πολιτισμικά εξαρτώμενη , επίδραση της συμμόρφωσης ( conformity effect ) . Προέκυψε από τα διάσημα πειράματα εκτίμησης μήκους του Asch ( 1956 ) .
Σε αυτά , ο Asch ενέτασσε ανυποψίαστους συμμετέχοντες σε μεγάλες ομάδες ατόμων που είχαν συνεννοηθεί εκ των προτέρων να δίνουν καταφανώς λανθασμένες απαντήσεις σε απλά ερωτήματα , όπως π.χ. το μήκος ενός ευθύγραμμου τμήματος .
Οι συμμετέχοντες προσάρμοζαν τις απαντήσεις τους στις λανθασμένες απαντήσεις της ομάδας αν και αυτή η διαδικασία συμμόρφωσης τους προκαλούσε έντονο άγχος .
     Η συνομιλία , όπως σημειώνει και ο Shiller ( 2000 ) , αποτελεί κρίσιμο στοιχείο στην μετάδοση ιδεών που αφορούν τις χρηματιστηριακές αγορές . Η συζήτηση και εν γένει η διαπροσωπική επικοινωνία ενισχύουν το γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στις φήμες .
Η συζήτηση και εν γένει η διαπροσωπική επικοινωνία ενισχύουν το γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στις φήμες .
Σύμφωνα με τον Pinker ( Montier 2002 ) , ο σχολιασμός –  κουτσομπολιό είναι το αγαπημένο πάρεργο σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες γιατί η γνώση , ειδικά πληροφοριών που δεν είναι ευρύτερα γνωστές , παρέχει ένα σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα σε όσους σπεύσουν να την αξιοποιήσουν πρώτοι ( τυπικό παράδειγμα : internet chat rooms , όπου διακινούνται αβάσιμες φήμες οι οποίες προκαλούν τελικά σημαντικές μεταβολές στις τιμές των μετοχών ) .
     Όταν κάποιος μεταδίδει πληροφορία , προσπαθεί να εστιάσει την προσοχή του κοινού του τονίζοντας ό,τι εκείνος έχει ερμηνεύσει ως κύριο σημείο ενώ υποβαθμίζει δεδομένα και λεπτομέρειες που ο ίδιος θεωρεί δευτερεύοντα .
Έτσι επιτυγχάνεται κάποιου είδους σαφήνεια αλλά οι υπεραπλουστεύσεις ή η επιθυμία του αφηγητή να διασκεδάσει ή να κατευθύνει τον ακροατή , μπορούν τελικά να διαστρεβλώσουν σε σημαντικό βαθμό τις πεποιθήσεις του ακροατή .
     Ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο μηχανισμός που είναι γνωστός ως «καταρράκτες διαθεσιμότητας» ( availability cascades ) από τους Kuran και Sunstein ( 1999 ) .
Ένας «καταρράκτης διαθεσιμότητας» , είναι η αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία συλλογικού σχηματισμού πεποιθήσεων κατά την οποία μια εκφρασμένη αντίληψη προκαλεί αλυσιδωτή αντίδραση η οποία προσδίδει στην συγκεκριμένη αντίληψη αυξανόμενη ευλογοφάνεια μέσω την αυξανόμενης διαθεσιμότητάς της σε δημόσιος συνομιλίες .
Πληροφοριακά κίνητρα , κίνητρα ευπρέπειας και αξιοπρέπειας και η επιθυμητή κοινωνική αποδοχή στηρίζουν τον μηχανισμό αυτόν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκληθούν αγελαίες συμπεριφορές ( herd behavior ) .
     Τρία σημεία ακόμη συμβάλλουν στο κομμάτι της κοινωνικής αλληλεπίδρασης .
Πρόκειται για το θεμελιώδες λάθος απόδοσης ( fundamental attribution error ) , την τάση δηλαδή των ατόμων να υποτιμούν την σημασία των εξωτερικών περιστάσεων και να υπερεκτιμούν την σημασία της διάθεσης στον καθορισμό της συμπεριφοράς των άλλων ( Ross , 1977 ) .
Εν συνεχεία , παρουσιάζεται η επίδραση της ψευδούς συναίνεσης ( false consensus effect ) , η εσφαλμένη δηλαδή θεώρηση πως οι άλλοι ταυτίζονται με τις πεποιθήσεις τους σε μεγαλύτερα βαθμό από ότι στη πραγματικότητα συμβαίνει ( Ross , Green και Ηouse 1977 ) .
Τέλος , εμφανίζεται η κατάρα της γνώσης ( curse of knowledge ) , η οποία συνίσταται στη προκατάληψη που δημιουργείται κατά την προσπάθεια εκτίμησης μιας πιο αφελούς προοπτικής . Τα στοιχεία αυτά μπορούν να προκαλέσουν λανθασμένες απόψεις και αντιδράσεις σε καταστάσεις οικονομικής φύσης .
     Σημαντική επιρροή στην ανθρώπινη συμπεριφορά έχει το πολιτισμικό περιβάλλον προσδιορίζοντας απλά ένα κληροδοτημένο κεφάλαιο γνώσης το οποίο μεταφέρεται από γενιά σε γενιά .
Η κοινωνική εκμάθηση είναι πολύ γρηγορότερη από την φυσική επιλογή ( Dugatkin , 2000 ) . H φυσική επιλογή λειτουργεί στην διάρκεια της ζωής ενός μεγάλου πλήθους γενιών , ενώ η κοινωνική εκμάθηση λειτουργεί περίπου με τον τρόπο που μεταδίδεται ένας ιός και βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην μίμηση ( imitation ) , η οποία εξυπηρετεί όχι μόνο την μεταφορά πληροφοριών «κάθετα»  δηλαδή μεταξύ των γενιών αλλά και «οριζόντια» , μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών ομάδων .

ΠΗΓΗ : Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο , Διπλωματική Εργασία του Καπλάνη Βάιου.
Υπεύθυνος καθηγητής : Ιωάννης Ψαρράς .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.

Συστηματικά σφάλματα νόησης – Επίδραση συναισθημάτων και αυτοέλεγχος


 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ Ο ΑΥΤΟΕΛΕΓΧΟΣ

     Πέρα από την κατανομή της πιθανότητας των αποτελεσμάτων που χαρακτηρίζει κάθε παίγνιο ( βλέπε σχετική ανάρτηση Θεωρία παιγνίων ) ,τις επιλογές των ατόμων μεταξύ παιγνίων επηρεάζει σημαντικά και η ίδια η δομή τους .
Ο Ellesberg ( 1961 ) κατέδειξε πως η αποστροφή στην ασάφεια ( ambiguity aversion ) προκαλεί μη ορθολογικές επιλογές . Μετά από πειράματα προέκυψε πως οι άνθρωποι τείνουν να αποστρέφονται την υποκειμενική αβεβαιότητα περισσότερο από την αντικειμενική .
Το γεγονός αυτό απεικονίζει μαι γενικευμένη τάση στην οποία τα συναισθήματα , όπως ο φόβος , επιδρούν στις επιλογές που περιέχουν ρίσκο ( Peters και Slovic , 1996 ) .
     Η αποστροφή στην ασάφεια ίσως οφείλεται στο γεγονός πως συχνά , η απουσία μιας παραμέτρου ενός προβλήματος λήψης αποφάσεων , συνδέεται με την δυνατότητα κακόβουλης διαχείρισης και υψηλότερο κίνδυνο .
Έτσι δικαιολογείται μια εστίαση της προσοχής στις πληροφορίες που λείπουν , αλλά κατά τον Camerer ( 1995 ) , προκαλείται αδικαιολόγητη αύξηση στα ασφάλιστρα κινδύνου .
     Μια ακόμη συμπεριφορά που παρατηρείται είναι η αποστροφή στην μεταμέλεια ( regret aversion ) . Τα άτομα τα απασχολεί όχι μόνο αν μια επιλογή μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλότερα επίπεδα κατανάλωσης αλλά και εάν η επιλογή αυτή θα φέρει χαμηλότερη κατανάλωση σε σύγκριση με το αποτέλεσμα που παρέχει μια εναλλακτική επιλογή .
     Η αποφυγή της μεταμέλειας είναι συχνά χρήσιμος και πιθανά αποτελεσματικός μηχανισμός παρακίνησις σε καλές επιλογές . Βέβαια έχει παρατηρηθεί το σφάλμα παράλειψης [ omission bias ( Ritov και Βaron , 1990 ) ] , φαινόμενο κατά το οποίο η μεταμέλεια είναι ισχυρότερη ως προς τις αποφάσεις που περιλαμβάνουν δράση παρά για αυτές που προκύπτουν από παθητικότητα .
     Οι Kahneman και Τversky ( 1979 ) διαπίστωσαν πως οι άνθρωποι αποστρέφονται τον κίνδυνο στην περίπτωση επιλογής μεταξύ κερδοφόρων εναλλακτικών , ενώ τον επιζητούν σε περίπτωση ζημιογόνων ( προτιμάται το βέβαιο κέρδος από κάποιο αβέβαιο το οποίο είναι υψηλότερο του πρώτου , προτιμάται η αβέβαιη ζημία από κάποια βέβαιη η οποία είναι χαμηλότερη της πρώτης ) .
     Δηλαδή , οι άνθρωποι αποστρέφονται σε μεγαλύτερο βαθμό την ζημία παρά τον κίνδυνο , γεγονός που αναδεικνύει την μεροληψία υπέρ της παρούσας κατάστασης ( status quo bias , ισχυρή τάση να παραμείνει κάποιος στην παρούσα κατάσταση επειδή τα μειονεκτήματα μιας αλλαγής προβάλουν δυσοίωνα σε σχέση με τα πλεονεκτήματά της ) .
     Η διάθεση αποτελεί και αυτή έναν παράγοντα που επιδρά στις επιλογές που εμπεριέχουν κίνδυνο .
Οι άνθρωποι που είναι σε καλή διάθεση είναι περισσότερο αισιόδοξοι στις επιλογές και τις κρίσεις τους από όσους είναι σε κακή διάθεση ( έχει παρατηρηθεί πως οι πωλήσεις λαχείων της πολιτείας του Οχάιο αυξάνονται τις ημέρες που ακολουθούν μια νίκη της ομάδας του Ohio State University ) .
     Συχνά όμως οι άνθρωποι αποδίδουν τα συναισθήματά τους σε λανθασμένες αιτίες και οδηγούνται έτσι σε ανακριβείς αξιολογήσεις ή σε καταστάσεις που ονομάζονται σφάλματα λανθασμένης απόδοσης ( misatribution biaces , Ross , 1977 ) .
Για παράδειγμα , οι άνθρωποι αισθάνονται περισσότερο χαρούμενοι τις ηλιόλουστες ημέρες από ότι τις βροχερές . Επιπλέον , οι συναισθηματικές καταστάσεις τείνουν να επιδρούν στις αφηρημένες αξιολογήσεις σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ότι στις συγκεκριμένες  , για τις οποίες υπάρχει ακριβής πληροφόρηση ( Hirshleifer , 2001 ) .
     Τέλος , τα συναισθήματα και οι διαθέσεις συνδέονται με τον αυτοέλεγχο και μέσω αυτού με τους συντελεστές προεξόφλησης που απαιτούν κατά καιρούς οι επενδυτές για  να αναβάλλουν την παρούσα κατανάλωση .
Ειδικότερα οι άνθρωποι τείνουν να προεξοφλούν μια αναβολή της κατάστασης από την ημερομηνία Τ , στην Τ+1 , με βαρύτερους όρους καθώς η ημερομηνία Τ πλησιάζει , γεγονός που υποδηλώνει υπερβολική μορφή της καμπύλης των συντελεστών προεξόφλησης .

ΠΗΓΗ : Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο , Διπλωματική Εργασία του Καπλάνη Βάιου.
Υπεύθυνος καθηγητής : Ιωάννης Ψαρράς .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.

Συστηματικά σφάλματα νόησης – Ευρετικές απλοποιήσεις


ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ ΝΟΗΣΗΣ ΕΥΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
     Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει διαμορφωθεί έτσι ώστε να εφαρμόζει εμπειρικούς κανόνες επιλεκτικά , σε ένα υποσύνολο των ερεθισμάτων που λαμβάνει από το περιβάλλον συχνά επηρεαζόμενος από συσχετίσεις που έχουν προκληθεί μέσω άσχετης πληροφόρησης .
     Η επιλεκτική εστίαση σχετίζεται άμεσα με την κατηγορία των ευρετικών που αφορούν την λειτουργία ανάκτησης πληροφοριών από την μνήμη .
Αυτές προκαλούν τα φαινόμενα Προβολής και Διαθεσιμότητας ( salience and availability effects , Kahneman και Tversky , 1973 ) . Σε περίπτωση εμφανούς ( salient ) πληροφοριακού συστήματος «ακιστρώνεται» η προσοχή ενός ατόμου και υπερεκτιμά το σήμα που δέχεται .
     Η ευρετική της διαθεσιμότητας ( availability heuristic ) αναφέρεται στον προσδιορισμό της πιθανότητας ενός γεγονότος , από τον αριθμό τέτοιων γεγονότων που μπορεί εύκολα να ανακαλέσει από την μνήμη του ή από την ευκολία με την οποία μπορεί κάποιος να φανταστεί σχετικές περιπτώσεις παρόμοιων γεγονότων .
Σύμφωνα με τον Shiller , η ευκολία με την οποία οι τακτικοί χρήστες του web μπορούν να σκεφτούν παραδείγματα που σχετίζονται με την επανάσταση στο internet ενθάρρυνε την άνοδο των μετοχών Dotcom στα τέλη της δεκαετίας του 1990 .
     Το halo effect προκύπτει όταν θετικά ή αρνητικά γνωρίσματα επεκτείνονται από ένα τομέα αξιολόγησης σε άλλους ( Nisbett και Wilson , 1977 ) . Μια επίδραση του halo effect στο marketing
συμβαίνει όταν τα πραγματικά θετικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός προϊόντος επεκτείνονται σε όλα τα προϊόντα με το ίδιο εμπορικό σήμα .
Έτσι οι μετοχές εταιρειών με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης ενδέχεται να υπερτιμηθούν .
     Υπάρχουν φαινόμενα που προκύπτουν από την ευκολία επεξεργασίας .
Τέτοιο παράδειγμα είναι η Ψευδαίσθηση της Αλήθειας ( illusion of truth ) , η διαπίστωση δηλαδή πως ένα άτομο είναι περισσότερο δεκτικό προς την αλήθεια μιας δήλωσης όταν μπορεί να την επεξεργαστεί εύκολα ( Reber και Schwarz , 1999 ) .
     Οι άνθρωποι αποκτούν προτιμήσεις μέσω του χρόνου και της επαναλαμβανόμενης έκθεσης στην διαφήμιση . Μελετήθηκε από τον Zajonc [ 1968 , πειραματίστηκε και με παρασυνειδησιακή έκθεση στα ερεθίσματα ( χρόνος μικρότερος των 50ms ) ] .
     Προέκταση του mere exposure effect (  η επίδραση της απλής έκθεσης ) , αποτελεί το γεγονός πως οι άνθρωποι προτιμούν να στοιχηματίζουν σε παίγνια με τα οποία είναι εξοικειωμένοι , παρά σε άγνωστα ισοδύναμα παίγνια ( Helth και Tversky , 1991 ) . Παρατηρείται επίσης ευρέως και το φαινόμενο της γεωγραφικής μεροληψίας ( French και Poterba , 1991 ) , παρατηρούν ότι οι επενδυτές της Μεγάλης Βρετανίας , των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας κατανέμουν το 82% , 93% και 98% του χαρτοφυλακίου τους αντίστοιχα σε χρεόγραφα διαπραγματεύσιμα στην χώρα τους .
Προφανώς οι συγκεκριμένες ποσοστώσεις προκύπτουν λόγω συναλλαγματικών και πολιτικών κινδύνων και κάποιων περιορισμών σε σχέση με συναλλαγματικούς ελέγχους και επαναπατρισμό κεφαλαίων . Ωστόσο , δεν συνάδουν με την άριστη διασπορά .
     Ανάλογη μεροληπτική συμπεριφορά αποτελεί και η Home Equity Bias . Πρόκειται για την τάση των επενδυτών να περιλαμβάνουν στο χαρτοφυλάκιό τους αδικαιολόγητα μεγάλα ποσοστά μετοχών των εταιριών στις οποίες εργάζονται .
Αποτέλεσμα αυτού είναι η μικρή ουσιαστική διαφοροποίηση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων του επενδυτή .
     Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα cues ( εναύσματα –  συνθήματα ) . Ορίζονται από την ψυχολογία ως τα ερεθίσματα ( είτε συνειδητά είτε ασυναίσθητα αντιληπτά ) , τα οποία προκαλούν την εκδήλωση ή αποτελούν το έναυσμα για ένα τύπο συμπεριφοράς .
Έρευνες έχουν δείξει πως τα cues συχνά υπόκεινται σε ανταγωνισμό , δηλαδή τα εμφανή cues εξασθενούν την επιρροή των λιγότερο εμφανών . Έτσι η ανταπόκριση των ατόμων σε αυτά παρουσιάζει στρέβλωση με χαρακτηριστικό παράδειγμα την λανθασμένη τιμολόγηση των μετοχών ως συνέπεια του καταιγισμού πληροφοριών μέσω διαδικτύου .
     Όταν ένα άτομο λαμβάνει πολλές αποφάσεις , μπορεί να τις ομαδοποιήσει αξιολογώντας τις συνέπειες όλων μαζί ή μπορεί να κάνει την κάθε επιλογή μεμονωμένα ( Read , Loewenstein και Rabin 1999 ) .
Το περιορισμένο πλαίσιο ( Narrow Framing ) αναφέρεται ακριβώς στην αντιμετώπιση προβλημάτων λήψης απόφασης με μεμονωμένο τρόπο και επιδρά σε αυτά με τους ακόλουθους τρόπους :

  1. Την επίδραση της Διατύπωσης ( Framing Effect ) , η οποία αναφέρεται στις συνέπειες που προκαλεί ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται ένα πρόβλημα . Η μορφή της παρουσίασης λογικά ισοδύναμων προβλημάτων λήψης αποφάσεων ( όπως συμβαίνει όταν δίδεται έμφαση σε διαφορετικές οπτικές ) έχει σημαντική επίδραση στην επιλογή . Χαρακτηριστική είναι η έρευνα Piatelli – Palmarini ( 1994 ) στον τομέα της Ιατρικής . Σε δύο διαφορετικές ομάδες γιατρών δόθηκε η πληροφορία ότι μια εγχείρηση μπορεί να θεραπεύσει κάποια σοβαρή ασθένεια . Στην πρώτη ομάδα παρουσιάστηκε η αποτελεσματικότητα της μεθόδου σε ποσοστά θνησιμότητας ( 7% )  και στην δεύτερη σε ποσοστά επιβίωσης ( 93% ) . Η διαφορετική αυτή διατύπωση είχε ως συνέπεια οι γιατροί της πρώτης ομάδας να διστάσουν να προτείνουν την εγχείρηση σε αντίθεση με τους γιατρούς της δεύτερης ομάδας .
  2. Την Νοητική Λογιστική ( Mental Accounting ) , που αναφέρεται στην κωδικοποίηση , ταξινόμηση και παρακολούθηση των οικονομικών αποτελεσμάτων σε χωριστούς νοητικούς «λογαριασμούς» , η επανεξέταση των οποίων πραγματοποιείται μόνο περιοδικά και όταν υπάρχει σχετική κίνηση . Για παράδειγμα : κάποιος μπορεί να αποταμιεύει για τις σπουδές των παιδιών του και να έχει δανειστεί για να προχωρήσει σε αγορά αυτοκινήτου . Οι Kahneman και Tversky ( 1984 ) σε έρευνά τους παρατήρησαν πως οι συμμετέχοντες δεν επιθυμούσαν να αγοράσουν ένα εισιτήριο για το θέατρο στην περίπτωση που το είχαν χάσει , ενώ , ήταν πρόθυμοι να αγοράσουν το εισιτήριο στην περίπτωση που είχαν χάσει το χρηματικό ποσό που αυτό κόστιζε . Η εξήγηση είναι ότι οι άνθρωποι αποφεύγουν να ξαναγοράσουν το εισιτήριο γιατί το κόστος του δευτέρου θα συνυπολογιστεί στον ίδιο λογαριασμό που αφορά την διασκέδαση , ενώ η απώλεια του χρηματικού ποσού προσμετράται σε άλλον λογαριασμό . Στην  νοητική λογιστική αποδίδουν οι Thaler και Johnson ( 1990 ) την προθυμία των ατόμων να ρισκάρουν περισσότερο με χρήματα που έχουν  κερδίσει πρόσφατα ( house money effect ) . Επιπλέον , η τήρηση διαφορετικών νοητικών «λογαριασμών» πιθανά δικαιολογεί το Φαινόμενο Διάθεσης ( Disposition Effect ) το οποίο σύμφωνα με τους Sherif και Statman ( 1985 ) , αφορά μια υπερβολική ροπή προς διακράτηση τίτλων των οποίων έχει μειωθεί η τιμή σε σχέση με την τιμή αγοράς και παράλληλα προς πώληση μετοχών που παρουσιάζουν κέρδη . Ακόμη , η αναγνώριση μιας απώλειας θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα λήψης ορθών αποφάσεων και συχνά τα άτομα επιλέγουν να διατηρήσουν αλώβητη την πίστη τους σε αυτή τους την ικανότητα με την αποφυγή αναγνώρισης τέτοιων ενδείξεων .
  3. Την επίδραση του Σημείου Αναφοράς ( Refernce Effects ) που αναφέρεται στην προσπάθεια βελτιστοποίησης σε σχέση με ένα συγκεκριμένο ( ορισμένο από το πρόβλημα ) σημείο αναφοράς , χωρίς να υπάρχει συνολική θεώρηση του προβλήματος . Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί η Ψευδαίσθηση του Χρήματος ( Money Illusion ) η οποία αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι εξετάζουν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού . Στην περίπτωση των χρεογράφων , η τιμή αγοράς είναι το βασικότερο σημείο αναφοράς που επιδρά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι επενδυτές τις μεταβολές των τιμών . Παράδειγμα : η πτώση της τιμής μιας μετοχής από το 30€ στα 25€ , επιδρά με διαφορετικό τρόπο σε έναν επενδυτή που έχει αγοράσει την μετοχή στα 35€ απ ‘ ότι σε κάποιον που την έχει αγοράσει στα 25€ . Γενικότερα , διαφορετικές αφετηρίες παράγουν διαφορετικές εκτιμήσεις οι οποίες μεροληπτούν ως προς τις αρχικές τιμές με αυθαίρετο και μη κατατοπιστικό τρόπο . Οι Tversky και Kahneman ( 1974 ) αποκάλεσαν το φαινόμενο αυτό Anchoring . To φαινόμενο αυτό επιδρά στην δίκαιη και στο σωστό χρόνο τιμολόγηση μετοχών καθώς προκαλεί μειωμένη αντίδραση των επενδυτών σε πληροφορίες .

     Οι Tversy και Kahneman ( 1974 ) μελέτησαν τύπους πιθανολογικών ερωτήσεων σε σχέση με την ευρετική της αντιπροσωπευτικότητας ( Representativeness Heuristic ) στην οποία οι πιθανότητες αξιολογούνται από τον βαθμό στον οποίο το Α είναι αντιπροσωπευτικό του Β ( βαθμός στον οποίο το Α μοιάζει με το Β ) . Όταν , για παράδειγμα το Α είναι ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικό του Β , η πιθανότητα ότι το Α προέρχεται από το Β , θεωρείται υψηλή και εάν το Α δεν είναι παρόμοιο με το Β , η πιθανότητα το Α να προέρχεται από το Β θεωρείται χαμηλή .
     Η έρευνα σε προβλήματα τύπου αντιστοίχησης ενός ατόμου με ένα επάγγελμα με βάση τα χαρακτηριστικά από μια περιγραφή του ατόμου , έχει δείξει ότι οι άνθρωποι κατατάσσουν τα επαγγέλματα βάση πιθανότητας και βάση ομοιότητας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο .
Έτσι , ο ανθρώπινος εγκέφαλος ταξινομεί , οργανώνει και επεξεργάζεται μεγάλες ποσότητες πληροφοριών .
     Ωστόσο , δεν λαμβάνει υπόψιν του τους κάτωθι παράγοντες .

  • Την αρχική υπόθεση , η οποία δεν επιδρά στην αντιπροσωπευτικότητα αλλά θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν στην ορθολογική αξιολόγηση της πιθανότητας . Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό και ως Base Rate Neglect .Πρόκειται για περιπτώσεις παραβίασης του Θεωρήματος Bayes , όπου κανείς καταλήγει σε συμπεράσματα αξιολογώντας πιθανότητες χωρίς να «βλέπει» κάποιους περιορισμούς σε δεδομένα . Έχει αποδειχθεί από τους Tversky και Kahneman ( 1974 ) πως , ένα άτομο χρησιμοποιεί σωστά προγενέστερες πιθανότητες σε ένα πρόβλημα μόνο όταν δεν έχει καμία άλλη πληροφορία ενώ όταν του παρέχονται στοιχεία ( ασχέτως αν αυτά είναι κατατοπιστικά ) αγνοεί συστηματικά τις προγενέστερες πιθανότητες . Ο συντηρητισμός ( ως υποτίμηση νέων πληροφοριών ) και η υποτίμηση της αρχικής υπόθεσης ( έννοιες που συγκρούονται ) μεταφράζονται σε υποαντίδραση και υπεραντίδραση αντίστοιχα , στα πληροφοριακά συστήματα και γίνονται κατανοητά ως αποτέλεσμα της υπερβολικής εμπιστοσύνης στην δύναμη των πληροφοριακών συστημάτων και της μειωμένης εμπιστοσύνης στην βαρύτητά τους .
  • Η παρανόηση για το πως λειτουργεί η τυχαιότητα . Συχνά τυχαία περιστατικά χαρακτηρίζονται ως συστηματικά και αναφέρεται τάξη ακόμη και εκεί που δεν υπάρχει . Συνέπεια αυτού  είναι η παραίσθηση της συστοιχίας ( clustering illusion ) , η αντίληψη δηλαδή ότι τυχαία . Οι Gilovich , Vallone και Tversky ( 1985 ) διαπίστωσαν σε έρευνα παικτών του Basketball  πως η ευρύτατα διαδεδομένη άποψη για το «ζεστό χέρι» ( hot hand ) είναι λανθασμένη καθώς μετά από ανάλυση στα αποτελέσματα των βολών σε εκατοντάδες παιχνίδια , δεν προέκυψαν αποκλίσεις μεγαλύτερες ( απ΄όσο θα δικαιολογούσε η τύχη ) από τον μέσο όρο των επιδόσεων του κάθε παίκτη .

     Η αντιπροσωπευτικότητα προκαλεί ένα κοινό φαινόμενο παρερμηνείας των πιθανοτήτων , την λεγόμενη πλάνη του τζογαδόρου ( gambler’s fallacy ) .
Πρόκειται για την πεποίθηση ότι σε ένα ανεξάρτητο δείγμα η πρόσφατη εμφάνιση ενός αποτελέσματος αυξάνει τις πιθανότητες ότι το επόμενο αποτέλεσμα θα διαφέρει αγνοώντας τελείως ότι «το νόμισμα δεν έχει μνήμη».
     Η πλάνη του τζογαδόρου , η αντίστροφη πλάνη του κερδοσκόπου ( που συνίσταται στην θεώρηση ότι οι βραχυπρόθεσμες τάσεις θα εμμείνουν επ’ άπειρο ) και ή πλάνη των συνδυασμών ( η οποία αναφέρεται στην εσφαλμένη αντίληψη πως ειδικότεροι όροι είναι πιθανότεροι από γενικότερους ) , είναι τρία φαινόμενα που οδηγούν τους επενδυτές να πραγματοποιούν υπερβολικό αριθμό συναλλαγών στην προσπάθειά τους να ακολουθήσουν την τάση .
     Τελικά , κατά την εκτίμηση των πιθανοτήτων , το φάσμα των σφαλμάτων είναι ευρύτατο .
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αντιλαμβάνεται ευκολότερα τις φυσικές συχνότητες ( τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τις πληροφορίες πριν την θεωρία των πιθανοτήτων , ακατέργαστες παρατηρήσεις που δεν έχουν ομαλοποιηθεί όσον αφορά τα ποσοστά βάσης του εκάστοτε γεγονότος ) από ότι τις πιθανότητες και επαναδιατύπωση των ερωτημάτων σε όρους φυσικών συχνοτήτων , θα περιόριζε σημαντικά τα σφάλματα .

ΠΗΓΗ : Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο , Διπλωματική Εργασία του Καπλάνη Βάιου.
Υπεύθυνος καθηγητής : Ιωάννης Ψαρράς .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.

Συστηματικά σφάλματα νόησης – Αυταπάτες


ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ ΝΟΗΣΗΣ – ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ

     Η εξέλιξη της  ζωής του ανθρώπου στην γη ακολουθήθηκε και από την αντίστοιχη εξελικτική διαδικασία του ανθρώπινου εγκεφάλου και των διεργασιών του .
Τους τελευταίους τρεις αιώνες ( οι οποίοι δεν είναι παρά ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα στα βάθη των αιώνων ) , ο άνθρωπος δέχεται πολύ μεγάλη πληροφόρηση και ασχολήθηκε με αφαιρετικές έννοιες σε αντιπαράθεση με την εξελικτική προσαρμογή για την οποία σχεδιάστηκαν οι ανθρώπινοι γνωστικοί μηχανισμοί μέσα από την διαδικασία της φυσικής επιλογής .
     Έτσι προκύπτουν τα συστηματικά σφάλματα νόησης .
     Είναι τα σφάλματα νόησης συστηματικά ;
Πολλοί οικονομολόγοι ισχυρίζονται ότι τα σφάλματα δεν έχουν σχέση με τα άτομα που τα πραγματοποιούν και γι’ αυτό ακυρώνονται μεταξύ τους .
Μπορεί να θεωρηθούν όμως συστηματικά αφού έχουν προκύψει από την εξελικτική διαδικασία του ανθρώπου και λόγω των προκαταλήψεων και μπορεί να είναι προβλέψιμα .
     Μπορεί η μάθηση και η γνω΄ση να βοηθούν στο ξεπέρασμα των μεροληπτικών κρίσεων αλλά δεν είναι σε θέση να τις εξαλείψουν πλήρως , κάτι που οφείλεται στις αυταπάτες .
Αν κάποιος νομίζει ότι είναι αποτελεσματικός μπορεί να δικαιολογήσει ένα σφάλμα του λόγω της κακής τύχης γιατί στηρίζεται στην πληροφορία που ενισχύει την ήδη υπάρχουσα άποψη και όχι στις αντίθετες με αυτήν .
     Η συστηματική ταξινόμηση σφαλμάτων [ κατά Hirshleifer ( 2001 ) και Montier ( 2002 ) ] , βασίζεται στις αιτίες που προκαλούν τις ανθρώπινες συμπεριφορές τέτοιου τύπου , οι οποίες είναι κατά τον Hirshleifer :

  • Οι αυταπάτες ( self-deception )
  • Oι ευρετικές απλοποιήσεις  ( heuristic simplification )
  • Η επιρροή των συναισθημάτων ( emotion affect ) , η οποία υπό συνθήκες δύναται να εξουδετερώσει την λογική , και
  • Η κοινωνική αλληλεπίδραση ( social enteraction )

                              ΑΥΤΑΠΑΤΕΣ
     Από ψυχολογική άποψη οι αυταπάτες μέχρι ενός σημείου δρουν θετικά στον ψυχισμό του ατόμου και συμβάλλουν στην ευημερία του ενώ η υπερβολική έκθεση σ’ αυτές μπορεί να έχει καταστροφικά αποτελέσματα .
Στον χώρο των αγορών ο Wang το 2001 υποστήριξε ότι είναι χρήσιμος ένας μέτριος βαθμός αυταπάτης προκειμένου να επιβιώσει ο επενδυτής .
     Σημαντικότερη αυταπάτη που μελετήθηκε αρκετά είναι η υπερεμπιστοσύνη ( over confidence ) , που δείχνουν τα άτομα υπερεκτιμώντας τις δυνατότητες και τις ικανότητές τους , αφού αλλοιώνει την λήψη αποφάσεων λόγω ανακρίβειας στον προσδιορισμό πιθανοτήτων [ γεγονότα που θεωρείται απολύτως σίγουρο ότι θα συμβούν , προκύπτουν μόνο στο 80% των περιπτώσεων και γεγονότα που κρίνονται ως αδύνατα να συμβούν , στην πραγματικότητα συμβαίνουν στο 20% των περιπτώσεων ( FischhoffSlovic και Lichtenstein , 1977 ] και προσδιορισμού «διαστημάτων εμπιστοσύνης» με πολύ στενό εύρος [ σύμφωνα με τους Alpert και Raiffa ( 1982 ) , διαστήματα εμπιστοσύνης της τάξης του 98% περιλαμβάνουν την αληθινή ποσότητα μόνο στο 60% των περιπτώσεων ] .
     Η υπερεμπιστοσύνη μπορεί να εκδηλώνεται σαν :

  1. Μεροληπτική Απόδοση Ευθυνών / Ευσήμων ( self service bias ή self attribution bias ) , όταν τα άτομα αποδίδουν τις επιτυχίες τους στις δικές τους ικανότητες και τις αποτυχίες στην κακή τύχη ή σε άλλους παράγοντες που δεν εξαρτώνται από τους ίδιους [ Langer και Roth ( 1975 ) ,ισχύει για διευθυντικά στελέχη εταιρειών ] .
  2. Αυταπάτη Ελέγχου ( illusion of control ) , είναι η πεποίθηση των ατόμων ότι μπορούν να ελέγξουν κάποια κατάσταση για να πετύχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα , ενώ αυτά τελικά δεν ισχύει στις περισσότερες περιπτώσεις . Την πλάνη αυτή τεκμηρίωσα αρχικά οι Langer και Roth ( 1975 ) , που παρατήρησαν ότι οι άνθρωποι προτιμούν να διαλέγουν μόνοι τους , τους λαχνούς μιας λοταρίας , παρά να τους δίνονται κάποιοι τυχαίοι λαχνοί . Όσον αφορά τον κόσμο των επιχειρήσεων , ο Weinstein ( 1980 ) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πολλά στελέχη υποτιμούν συστηματικά τις πιθανότητες αποτυχίας των επενδυτικών σχεδίων που επιλέγουν διότι βρίσκονται σε αυταπάτη ελέγχου . Σύμφωνα με τους Gollwitzer και Kinney ( 1989 ) , ενώ οι λανθασμένες πεποιθήσεις σχετικά με τον έλεγχο μπορούν να προάγουν την προσπάθεια για την επίτευξη ενός στόχου , δεν συμβάλουν στην υγιή λήψη αποφάσεων καθώς ενδέχεται να προκαλέσουν αδιαφορία στην ανατροφοδότηση των δεδομένων , να εμποδίσουν την εκμάθηση και να δημιουργήσουν την προδιάθεση για ανάληψη υψηλότερου αντικειμενικού κινδύνου . Στον τομέα των αγορών . οι Fenton και O’ Creevy et al ( 2003 ) εξέτασαν μια ομάδα από traders επενδυτικών τραπεζών . Παρατήρησαν πως όσοι από αυτούς ήταν επιρρεπείς στην αυταπάτη ελέγχου , είχαν σημαντικά χαμηλότερες επιδόσεις στην ανάλυση και διαχείριση κινδύνου και παρουσίαζαν συνολικά λιγότερα κέρδη .
  3. Αυταπάτη της Γνώσης ( illusion of knowledge ) , που προκύπτει από την τάση των ατόμων να θεωρούν ότι ανάλογα με τον όγκο των πληροφοριών που διαθέτουν αυξάνεται και η ακρίβεια των προβλέψεών τους χωρίς να εστιάζουν στην έγκαιρη αλλά και έγκυρη επεξεργασία της γνώσης . Κατά τον Daniel Boorstin ( στον Μontier , 2002 ) : »The greatest obstacle to discovery is not ignorance , it is the illusion of knowledge» .
  4. Υπερβολική Αισιοδοξία ( overoptimism ) ,αφού πολλά άτομα δέχονται ότι είναι περισσότερο πιθανόν να τους συμβούν ευνοϊκά γεγονότα παρά αυτά που ορίζει η αντικειμενικότητα . Οι άνθρωποι υποθέτουν ότι σε αυτούς συμβαίνουν καλά πράγματα περισσότερο συχνά απ’ ότι στους υπολοίπους . Στον τομέα της οικονομίας οι Cooper , Woo και Dunkelberg ( 1988 ) μελέτησαν επιχειρηματίες κατά την έναρξη της δραστηριότητάς τους . Σε ένα δείγμα 2994 περιπτώσεων το 81% θεωρούσε πως οι πιθανότητες να επιβιώσουν οι επιχειρηματικές τους προσπάθειες ήταν μεγαλύτερες από 70% , ενώ το 33% θεωρούσε την επιβίωση της επιχείρησης απολύτως σίγουρη . Στην πραγματικότητα το 75% αυτών των επιχειρήσεων δεν κατάφερνε να επιβιώσει την επόμενη πενταετία . Η υπερεμπιστοσύνη μπορεί να καταλήξει σε μια σειρά άλλων καταστάσεων που οδηγούν σε υποτονική ( underreaction ) αντίδραση των αγορών . Μια συνεχόμενη επιτυχία σε επενδυτικές κινήσεις μπορεί να προκαλέσει υπερεμπιστοσύνη σε κάποιους επενδυτές [ Gervais και Odean ( 2001 ) ] , οι οποίοι πραγματοποιούν μεγάλο όγκο συναλλαγών . Επίσης έχει διαπιστωθεί ότι οι άντρες σε σχέση με τις γυναίκες είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στην υπερεμπιστοσύνη , συναλλάσσονται με μεγαλύτερη συχνότητα και οι μέσες αποδόσεις των χαρτοφυλακίων τους είναι χειρότερες [ Barber και Odean ( 2001 ) ] . Με την υπερεμπιστοσύνη συνδέεται στενά η Eκ των Υστέρων Γνώση ( Hindsight ) , η προδιάθεση δηλαδή των ανθρώπων να θεωρούν πως ένα γεγονός ήταν προβλέψιμο , αφού αυτό έχει ήδη συμβεί .
     Συνέπεια ενός μηχανισμού αυταπάτης είναι και ο συντηρητισμός . Κατά τον Edwards ( 1968 ) ορίζεται ως ο αργός ρυθμός με τον οποίο οι άνθρωποι μεταβάλουν τις πεποιθήσεις τους , ακόμη και στην περίπτωση ύπαρξης νέων στοιχείων που αποδεικνύουν πως η αρχική τους θέση ήταν λάθος .
Όσο πιο χρήσιμα είναι τα νέα στοιχεία , τόσο μεγαλύτερο είναι το έλλειμμα μεταξύ της πραγματοποιούμενης ανανέωσης και της ορθολογικά αναμενόμενης ανανέωσης .
     Το τελευταίο είδος που αποτελεί αυταπάτη είναι η μαγική σκέψη ( magical thinking ) . Πρόκειται για μη επιστημονικό αιτιώδη συλλογισμό . Υποκύπτει στον νόμο της ομοιότητας ( the law of similitarity , τα πράγματα που μοιάζουν το ένα με το άλλο συνδέονται αιτιωδώς με τρόπο που βρίσκεται έξω από τα όρια της επιστημονικής κατανόησης ) και τον νόμο της μετάδοσης ( the law of contagion , όταν κάτι άλλο , διατηρεί ένα είδος σύνδεσης μαζί του αφότου χωρίζονται ) .
     Ανθρωπολογικές μελέτες έχουν δείξει πως η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων παγκοσμίως , είναι ευάλωτη στην μαγική σκέψη και συνεπώς στην κριτική σκέψη συχνά μειονεκτεί .

ΠΗΓΗ : Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο , Διπλωματική Εργασία του Καπλάνη Βάιου .
Υπεύθυνος καθηγητής : Ιωάννης Ψαρράς .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.

Διαχείριση κινδύνου ( Χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι )


ΑΠΟ ΘΕΩΡΙΕΣ ΚΑΛΑ ΠΑΜΕ….

     Η κατηγορία των χρηματοοικονομικών κινδύνων , προέρχεται από φορείς που συναλλάσσονται με μια τράπεζα ( ιδιώτες , άλλες τράπεζες κ.α. ) όσο και από μεταβολές των συνθηκών της αγοράς .
Αποτελούν την μεγαλύτερη σε έκταση και σημασία κατηγορία τραπεζικών κινδύνων και διακρίνονται σε κίνδυνο αγοράς , κίνδυνο ρευστότητας , πιστωτικό κίνδυνο και κίνδυνο στοιχείων εκτός ισολογισμού .
     Η διαχείριση κινδύνου σε μια τράπεζα περιλαμβάνει την εφαρμογή κατάλληλων στατιστικών υποδειγμάτων και τεχνικών με σκοπό την έκφραση των κινδύνων και των συνεπειών τους με την μορφή ποσοτικών μεγεθών και την λήψη κατάλληλων μέτρων , ώστε να επιτυγχάνεται η βέλτιστη σχέση απόδοσης – κινδύνου , σε κάθε επένδυση ή συναλλαγή .
     Τις τελευταίες δεκαετίες έχει βαρύνουσα σημασία για τράπεζες αλλά και διεθνείς εποπτεύουσες αρχές η αντιμετώπιση των κινδύνων αγοράς μέσα σε ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο χρηματοοικονομικό περιβάλλον .
     Για την εκτίμηση του κινδύνου αγοράς ( δηλαδή του κινδύνου που οφείλεται σε απώλειες που επέρχονται από αλλαγή στην αξία των εμπορεύσιμων περιουσιακών στοιχείων ) χρησιμοποιούνται από τις τράπεζες δικά τους εσωτερικά υποδείγματα αλλά και συγκεκριμένες μέθοδοι προσέγγισης και προσδιορισμού του .
Σ΄αυτές τις τελευταίες ανήκει και η προσέγγιση value at risk ,η οποία ξεκίνησε από την αμερικανική εταιρεία JP Morgan , όταν ο πρόεδρός της Dennis Weatherstone , ζήτησε από το τμήμα ανάλυσης να τον ενημερώνει καθημερινά με το κλείσιμο των συναλλαγών συνοπτικά για τον συνολικό κίνδυνο και την πιθανή ζημία που θα διέτρεχε η εταιρεία για το επόμενο 24ωρο .
Οι αναλυτές ανέπτυξαν την μέθοδο με βάση την γνωστή θεωρία χαρτοφυλακίου .
     Εκτός από τις εποπτικές αρχές του χρηματοοικονομικού συστήματος και την Επιτροπή της Βασιλείας , και μεγάλες εταιρείες αξιολόγησης ( Moody’s , Standard and Poor’s ) συγκλίνουν στην αποδοχή της προσέγγισης VaR σαν της καταλληλότερης μεθόδου εκτίμησης της έκθεσης σε κινδύνους .
     Η μέθοδος Value at Risk έχει δημιουργήσει νέα φιλοσοφία σε όλα τα επίπεδα του risk management των χρηματοπιστωτικών και μη ιδρυμάτων – σε παγκόσμιο επίπεδο – μετασχηματίζοντας τις μέχρι πρόσφατα συνηθισμένες πρακτικές τους και βοηθούμενη από την ανάπτυξη πολύπλοκων υπολογιστικών συστημάτων .
                                      ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΜΩΣ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ;;
     Γενικά ο ορισμός που δίνεται στην λέξη «κίνδυνος» , χωρίς να μπορεί κανείς να τον προσδιορίσει ποσοτικά , είναι η πιθανότητα ζημίας , βλάβης ή τραυματισμού , δηλαδή η πιθανότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων καταστάσεων .
Συνδέεται βέβαια με κάθε δραστηριότητα του ανθρώπου και προέρχεται από την αβεβαιότητα για το μέλλον .
     Στον επιχειρηματικό κόσμο σίγουρα υπάρχει ενδιαφέρον για τον κίνδυνο στον οποίο είναι εκτεθειμένες οι διάφορες οικονομικές δραστηριότητες .
Είναι ζητούμενο η δυνατότητα πρόβλεψης των πιθανοτήτων εμφάνισης καταστάσεων που επιφέρουν ζημίες , αφού από την έκταση και την έντασή τους εξαρτάται η πορεία και η επιβίωση μιας επιχείρησης .
     Μπορεί να οριστεί σαν κίνδυνος η πιθανότητα το πραγματικό αποτέλεσμα από μια επένδυση να διαφέρει από το αναμενόμενο . Μιλάμε δηλαδή για την μεταβλητότητα των δυνητικών αποτελεσμάτων σε σχέση με την προσδοκώμενη τιμή τους .
Ένα δυνητικό αποτέλεσμα μεγαλύτερο από το αναμενόμενο βέβαια είναι επιθυμητό για μια επιχείρηση ( τράπεζα ) , και ένα αποτέλεσμα μεγαλύτερο μικρότερο από το αναμενόμενο , το οποίο συνιστά ζημία δεν είναι επιθυμητό .
     Και οι δύο περιπτώσεις όμως συνιστούν για την εταιρεία κίνδυνο .
Σύμφωνα με την θεωρία του χαρτοφυλακίου του Markowitz ( 1952 ) , αν το αποτέλεσμα μιας επένδυσης  ( ή απόδοσής της ) θεωρηθεί τυχαία μεταβλητή Χ , ο κίνδυνος είναι η διακύμανσή της γύρω από την αναμενόμενη τιμή Ε(Χ) .
Τα μεγέθη αυτά συναντώνται στην κατανομή πιθανοτήτων της μεταβλητής Χ .
     Η ποσοτική αποτίμηση του κινδύνου αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την λήψη επενδυτικών αποφάσεων και την επιλογή επενδυτικών δραστηριοτήτων εκ μέρους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αλλά και των μεγάλων επιχειρήσεων .
Η προσέγγιση Value at Risk ( VAR ) – ΠΟΛΥ ΓΝΩΣΤΗ ΣΤΟΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΧΩΡΟ – εξελίσσεται διαρκώς από το 1970 και μετά , λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης των πληροφοριακών συστημάτων και αποτελεί την βάση πολλών εσωτερικών υποδειγμάτων ( μεθόδων ) , που έχουν αναπτυχθεί στις διεθνείς τράπεζες , οι οποίες υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις οδηγίες των εποπτικών αρχών και της επιτροπής της Βασιλείας .
     Επίσης πολλές μεγάλες εταιρείες αξιολόγησης συγκλίνουν στην άποψη ότι πρόκειται για την πλέον αποδεκτή μέθοδο «ποσοτικοποίησης» του κινδύνου .
     Γιατί όμως , ειδικά οι τραπεζικοί όμιλοι και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πήραν αποφάσεις για επενδυτικά προϊόντα που όπως φαίνεται παραπάνω , εμπεριείχαν μεγάλο επενδυτικό κίνδυνο ;;
     Γιατί άρχισαν να δίνουν δάνεια και στα « μαρούλια» ( sub prime δάνεια );;
     Που βρίσκονταν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και τί έπρατταν κατά την διάρκεια της επενδυτικής αυτής δραστηριότητας ειδικά των τραπεζών ;;;
     Εφαρμόστηκαν ποτέ τα συμφωνηθέντα πρωτόκολλα της Βασιλείας ;;
     Τι έκαναν οι Κεντρικές Τράπεζες των οικονομικά ασθενέστερων χωρών ;;
     Γιατί αφέθηκαν στον άκρατο νεοφιλελευθερισμό όλα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα με την ανεξέλεγκτη παραγωγή προϊόντων αμφιβόλου επενδυτικού ενδιαφέροντος και υπόπτου περιεχομένου ;;;
     Ποιος ενέπνευσε την σιγουριά στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα , που μέχρι πρότινος ενοχλούνταν και με την παραμικρή κρατική παρέμβαση στην λειτουργία τους , ότι τα ρίσκα τους θα τα αναλάβει η εκάστοτε πολιτεία και κατ΄επέκταση , ο απλός λαός της κάθε χώρας ;
     Ποια η παρέμβαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας μπροστά στην άκρατη κερδοσκοπική πολιτική των «μεγαλοεπενδυτών – τραπεζών» ;;
     Γιατί αυτοί που έπρεπε να πληρώσουν τα σπασμένα της οικονομικής κρίσης ( χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ) , προστατεύονται ως κόρην οφθαλμού από κυβερνήσεις , Ε.Κ.Τ. και Δ.Ν.Τ. ;;;
                              ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
     Ή πρόκειται περί ηλιθίων ή υπάρχει σχέδιο οικονομικής άλωσης του Νότου και των οικονομικά ασθενέστερων , ώστε να αντικαταστήσουν τους σκλάβους της παλιάς αποικιοκρατίας .

Φυσικά , δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το χρήμα που υποτίθεται πως έχει την μορφή χρέους ή δανείων , ούτε υπήρξε ούτε θα υπάρξει ποτέ στην πραγματικότητα . Πρόκειται για μια τεράστια ξεχειλωμένη φούσκα που αν σκάσει , θα σημάνει και το τέλος του σαθρού αυτού οικονομικού μας συστήματος που τράφηκε από την εξαναγκασμένη κατανάλωση και την επιδερμική ευημερία που προσέφερε .

ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.