ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ ΝΟΗΣΗΣ ΕΥΡΕΤΙΚΕΣ ΑΠΛΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει διαμορφωθεί έτσι ώστε να εφαρμόζει εμπειρικούς κανόνες επιλεκτικά , σε ένα υποσύνολο των ερεθισμάτων που λαμβάνει από το περιβάλλον συχνά επηρεαζόμενος από συσχετίσεις που έχουν προκληθεί μέσω άσχετης πληροφόρησης .
Η επιλεκτική εστίαση σχετίζεται άμεσα με την κατηγορία των ευρετικών που αφορούν την λειτουργία ανάκτησης πληροφοριών από την μνήμη .
Αυτές προκαλούν τα φαινόμενα Προβολής και Διαθεσιμότητας ( salience and availability effects , Kahneman και Tversky , 1973 ) . Σε περίπτωση εμφανούς ( salient ) πληροφοριακού συστήματος «ακιστρώνεται» η προσοχή ενός ατόμου και υπερεκτιμά το σήμα που δέχεται .
Η ευρετική της διαθεσιμότητας ( availability heuristic ) αναφέρεται στον προσδιορισμό της πιθανότητας ενός γεγονότος , από τον αριθμό τέτοιων γεγονότων που μπορεί εύκολα να ανακαλέσει από την μνήμη του ή από την ευκολία με την οποία μπορεί κάποιος να φανταστεί σχετικές περιπτώσεις παρόμοιων γεγονότων .
Σύμφωνα με τον Shiller , η ευκολία με την οποία οι τακτικοί χρήστες του web μπορούν να σκεφτούν παραδείγματα που σχετίζονται με την επανάσταση στο internet ενθάρρυνε την άνοδο των μετοχών Dotcom στα τέλη της δεκαετίας του 1990 .
Το halo effect προκύπτει όταν θετικά ή αρνητικά γνωρίσματα επεκτείνονται από ένα τομέα αξιολόγησης σε άλλους ( Nisbett και Wilson , 1977 ) . Μια επίδραση του halo effect στο marketing
συμβαίνει όταν τα πραγματικά θετικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός προϊόντος επεκτείνονται σε όλα τα προϊόντα με το ίδιο εμπορικό σήμα .
Έτσι οι μετοχές εταιρειών με υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης ενδέχεται να υπερτιμηθούν .
Υπάρχουν φαινόμενα που προκύπτουν από την ευκολία επεξεργασίας .
Τέτοιο παράδειγμα είναι η Ψευδαίσθηση της Αλήθειας ( illusion of truth ) , η διαπίστωση δηλαδή πως ένα άτομο είναι περισσότερο δεκτικό προς την αλήθεια μιας δήλωσης όταν μπορεί να την επεξεργαστεί εύκολα ( Reber και Schwarz , 1999 ) .
Οι άνθρωποι αποκτούν προτιμήσεις μέσω του χρόνου και της επαναλαμβανόμενης έκθεσης στην διαφήμιση . Μελετήθηκε από τον Zajonc [ 1968 , πειραματίστηκε και με παρασυνειδησιακή έκθεση στα ερεθίσματα ( χρόνος μικρότερος των 50ms ) ] .
Προέκταση του mere exposure effect ( η επίδραση της απλής έκθεσης ) , αποτελεί το γεγονός πως οι άνθρωποι προτιμούν να στοιχηματίζουν σε παίγνια με τα οποία είναι εξοικειωμένοι , παρά σε άγνωστα ισοδύναμα παίγνια ( Helth και Tversky , 1991 ) . Παρατηρείται επίσης ευρέως και το φαινόμενο της γεωγραφικής μεροληψίας ( French και Poterba , 1991 ) , παρατηρούν ότι οι επενδυτές της Μεγάλης Βρετανίας , των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας κατανέμουν το 82% , 93% και 98% του χαρτοφυλακίου τους αντίστοιχα σε χρεόγραφα διαπραγματεύσιμα στην χώρα τους .
Προφανώς οι συγκεκριμένες ποσοστώσεις προκύπτουν λόγω συναλλαγματικών και πολιτικών κινδύνων και κάποιων περιορισμών σε σχέση με συναλλαγματικούς ελέγχους και επαναπατρισμό κεφαλαίων . Ωστόσο , δεν συνάδουν με την άριστη διασπορά .
Ανάλογη μεροληπτική συμπεριφορά αποτελεί και η Home Equity Bias . Πρόκειται για την τάση των επενδυτών να περιλαμβάνουν στο χαρτοφυλάκιό τους αδικαιολόγητα μεγάλα ποσοστά μετοχών των εταιριών στις οποίες εργάζονται .
Αποτέλεσμα αυτού είναι η μικρή ουσιαστική διαφοροποίηση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων του επενδυτή .
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα cues ( εναύσματα – συνθήματα ) . Ορίζονται από την ψυχολογία ως τα ερεθίσματα ( είτε συνειδητά είτε ασυναίσθητα αντιληπτά ) , τα οποία προκαλούν την εκδήλωση ή αποτελούν το έναυσμα για ένα τύπο συμπεριφοράς .
Έρευνες έχουν δείξει πως τα cues συχνά υπόκεινται σε ανταγωνισμό , δηλαδή τα εμφανή cues εξασθενούν την επιρροή των λιγότερο εμφανών . Έτσι η ανταπόκριση των ατόμων σε αυτά παρουσιάζει στρέβλωση με χαρακτηριστικό παράδειγμα την λανθασμένη τιμολόγηση των μετοχών ως συνέπεια του καταιγισμού πληροφοριών μέσω διαδικτύου .
Όταν ένα άτομο λαμβάνει πολλές αποφάσεις , μπορεί να τις ομαδοποιήσει αξιολογώντας τις συνέπειες όλων μαζί ή μπορεί να κάνει την κάθε επιλογή μεμονωμένα ( Read , Loewenstein και Rabin 1999 ) .
Το περιορισμένο πλαίσιο ( Narrow Framing ) αναφέρεται ακριβώς στην αντιμετώπιση προβλημάτων λήψης απόφασης με μεμονωμένο τρόπο και επιδρά σε αυτά με τους ακόλουθους τρόπους :
- Την επίδραση της Διατύπωσης ( Framing Effect ) , η οποία αναφέρεται στις συνέπειες που προκαλεί ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζεται ένα πρόβλημα . Η μορφή της παρουσίασης λογικά ισοδύναμων προβλημάτων λήψης αποφάσεων ( όπως συμβαίνει όταν δίδεται έμφαση σε διαφορετικές οπτικές ) έχει σημαντική επίδραση στην επιλογή . Χαρακτηριστική είναι η έρευνα Piatelli – Palmarini ( 1994 ) στον τομέα της Ιατρικής . Σε δύο διαφορετικές ομάδες γιατρών δόθηκε η πληροφορία ότι μια εγχείρηση μπορεί να θεραπεύσει κάποια σοβαρή ασθένεια . Στην πρώτη ομάδα παρουσιάστηκε η αποτελεσματικότητα της μεθόδου σε ποσοστά θνησιμότητας ( 7% ) και στην δεύτερη σε ποσοστά επιβίωσης ( 93% ) . Η διαφορετική αυτή διατύπωση είχε ως συνέπεια οι γιατροί της πρώτης ομάδας να διστάσουν να προτείνουν την εγχείρηση σε αντίθεση με τους γιατρούς της δεύτερης ομάδας .
- Την Νοητική Λογιστική ( Mental Accounting ) , που αναφέρεται στην κωδικοποίηση , ταξινόμηση και παρακολούθηση των οικονομικών αποτελεσμάτων σε χωριστούς νοητικούς «λογαριασμούς» , η επανεξέταση των οποίων πραγματοποιείται μόνο περιοδικά και όταν υπάρχει σχετική κίνηση . Για παράδειγμα : κάποιος μπορεί να αποταμιεύει για τις σπουδές των παιδιών του και να έχει δανειστεί για να προχωρήσει σε αγορά αυτοκινήτου . Οι Kahneman και Tversky ( 1984 ) σε έρευνά τους παρατήρησαν πως οι συμμετέχοντες δεν επιθυμούσαν να αγοράσουν ένα εισιτήριο για το θέατρο στην περίπτωση που το είχαν χάσει , ενώ , ήταν πρόθυμοι να αγοράσουν το εισιτήριο στην περίπτωση που είχαν χάσει το χρηματικό ποσό που αυτό κόστιζε . Η εξήγηση είναι ότι οι άνθρωποι αποφεύγουν να ξαναγοράσουν το εισιτήριο γιατί το κόστος του δευτέρου θα συνυπολογιστεί στον ίδιο λογαριασμό που αφορά την διασκέδαση , ενώ η απώλεια του χρηματικού ποσού προσμετράται σε άλλον λογαριασμό . Στην νοητική λογιστική αποδίδουν οι Thaler και Johnson ( 1990 ) την προθυμία των ατόμων να ρισκάρουν περισσότερο με χρήματα που έχουν κερδίσει πρόσφατα ( house money effect ) . Επιπλέον , η τήρηση διαφορετικών νοητικών «λογαριασμών» πιθανά δικαιολογεί το Φαινόμενο Διάθεσης ( Disposition Effect ) το οποίο σύμφωνα με τους Sherif και Statman ( 1985 ) , αφορά μια υπερβολική ροπή προς διακράτηση τίτλων των οποίων έχει μειωθεί η τιμή σε σχέση με την τιμή αγοράς και παράλληλα προς πώληση μετοχών που παρουσιάζουν κέρδη . Ακόμη , η αναγνώριση μιας απώλειας θέτει υπό αμφισβήτηση την ικανότητα λήψης ορθών αποφάσεων και συχνά τα άτομα επιλέγουν να διατηρήσουν αλώβητη την πίστη τους σε αυτή τους την ικανότητα με την αποφυγή αναγνώρισης τέτοιων ενδείξεων .
- Την επίδραση του Σημείου Αναφοράς ( Refernce Effects ) που αναφέρεται στην προσπάθεια βελτιστοποίησης σε σχέση με ένα συγκεκριμένο ( ορισμένο από το πρόβλημα ) σημείο αναφοράς , χωρίς να υπάρχει συνολική θεώρηση του προβλήματος . Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί η Ψευδαίσθηση του Χρήματος ( Money Illusion ) η οποία αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι εξετάζουν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού . Στην περίπτωση των χρεογράφων , η τιμή αγοράς είναι το βασικότερο σημείο αναφοράς που επιδρά στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι επενδυτές τις μεταβολές των τιμών . Παράδειγμα : η πτώση της τιμής μιας μετοχής από το 30€ στα 25€ , επιδρά με διαφορετικό τρόπο σε έναν επενδυτή που έχει αγοράσει την μετοχή στα 35€ απ ‘ ότι σε κάποιον που την έχει αγοράσει στα 25€ . Γενικότερα , διαφορετικές αφετηρίες παράγουν διαφορετικές εκτιμήσεις οι οποίες μεροληπτούν ως προς τις αρχικές τιμές με αυθαίρετο και μη κατατοπιστικό τρόπο . Οι Tversky και Kahneman ( 1974 ) αποκάλεσαν το φαινόμενο αυτό Anchoring . To φαινόμενο αυτό επιδρά στην δίκαιη και στο σωστό χρόνο τιμολόγηση μετοχών καθώς προκαλεί μειωμένη αντίδραση των επενδυτών σε πληροφορίες .
Οι Tversy και Kahneman ( 1974 ) μελέτησαν τύπους πιθανολογικών ερωτήσεων σε σχέση με την ευρετική της αντιπροσωπευτικότητας ( Representativeness Heuristic ) στην οποία οι πιθανότητες αξιολογούνται από τον βαθμό στον οποίο το Α είναι αντιπροσωπευτικό του Β ( βαθμός στον οποίο το Α μοιάζει με το Β ) . Όταν , για παράδειγμα το Α είναι ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικό του Β , η πιθανότητα ότι το Α προέρχεται από το Β , θεωρείται υψηλή και εάν το Α δεν είναι παρόμοιο με το Β , η πιθανότητα το Α να προέρχεται από το Β θεωρείται χαμηλή .
Η έρευνα σε προβλήματα τύπου αντιστοίχησης ενός ατόμου με ένα επάγγελμα με βάση τα χαρακτηριστικά από μια περιγραφή του ατόμου , έχει δείξει ότι οι άνθρωποι κατατάσσουν τα επαγγέλματα βάση πιθανότητας και βάση ομοιότητας με τον ίδιο ακριβώς τρόπο .
Έτσι , ο ανθρώπινος εγκέφαλος ταξινομεί , οργανώνει και επεξεργάζεται μεγάλες ποσότητες πληροφοριών .
Ωστόσο , δεν λαμβάνει υπόψιν του τους κάτωθι παράγοντες .
- Την αρχική υπόθεση , η οποία δεν επιδρά στην αντιπροσωπευτικότητα αλλά θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν στην ορθολογική αξιολόγηση της πιθανότητας . Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστό και ως Base Rate Neglect .Πρόκειται για περιπτώσεις παραβίασης του Θεωρήματος Bayes , όπου κανείς καταλήγει σε συμπεράσματα αξιολογώντας πιθανότητες χωρίς να «βλέπει» κάποιους περιορισμούς σε δεδομένα . Έχει αποδειχθεί από τους Tversky και Kahneman ( 1974 ) πως , ένα άτομο χρησιμοποιεί σωστά προγενέστερες πιθανότητες σε ένα πρόβλημα μόνο όταν δεν έχει καμία άλλη πληροφορία ενώ όταν του παρέχονται στοιχεία ( ασχέτως αν αυτά είναι κατατοπιστικά ) αγνοεί συστηματικά τις προγενέστερες πιθανότητες . Ο συντηρητισμός ( ως υποτίμηση νέων πληροφοριών ) και η υποτίμηση της αρχικής υπόθεσης ( έννοιες που συγκρούονται ) μεταφράζονται σε υποαντίδραση και υπεραντίδραση αντίστοιχα , στα πληροφοριακά συστήματα και γίνονται κατανοητά ως αποτέλεσμα της υπερβολικής εμπιστοσύνης στην δύναμη των πληροφοριακών συστημάτων και της μειωμένης εμπιστοσύνης στην βαρύτητά τους .
- Η παρανόηση για το πως λειτουργεί η τυχαιότητα . Συχνά τυχαία περιστατικά χαρακτηρίζονται ως συστηματικά και αναφέρεται τάξη ακόμη και εκεί που δεν υπάρχει . Συνέπεια αυτού είναι η παραίσθηση της συστοιχίας ( clustering illusion ) , η αντίληψη δηλαδή ότι τυχαία . Οι Gilovich , Vallone και Tversky ( 1985 ) διαπίστωσαν σε έρευνα παικτών του Basketball πως η ευρύτατα διαδεδομένη άποψη για το «ζεστό χέρι» ( hot hand ) είναι λανθασμένη καθώς μετά από ανάλυση στα αποτελέσματα των βολών σε εκατοντάδες παιχνίδια , δεν προέκυψαν αποκλίσεις μεγαλύτερες ( απ΄όσο θα δικαιολογούσε η τύχη ) από τον μέσο όρο των επιδόσεων του κάθε παίκτη .
Η αντιπροσωπευτικότητα προκαλεί ένα κοινό φαινόμενο παρερμηνείας των πιθανοτήτων , την λεγόμενη πλάνη του τζογαδόρου ( gambler’s fallacy ) .
Πρόκειται για την πεποίθηση ότι σε ένα ανεξάρτητο δείγμα η πρόσφατη εμφάνιση ενός αποτελέσματος αυξάνει τις πιθανότητες ότι το επόμενο αποτέλεσμα θα διαφέρει αγνοώντας τελείως ότι «το νόμισμα δεν έχει μνήμη».
Η πλάνη του τζογαδόρου , η αντίστροφη πλάνη του κερδοσκόπου ( που συνίσταται στην θεώρηση ότι οι βραχυπρόθεσμες τάσεις θα εμμείνουν επ’ άπειρο ) και ή πλάνη των συνδυασμών ( η οποία αναφέρεται στην εσφαλμένη αντίληψη πως ειδικότεροι όροι είναι πιθανότεροι από γενικότερους ) , είναι τρία φαινόμενα που οδηγούν τους επενδυτές να πραγματοποιούν υπερβολικό αριθμό συναλλαγών στην προσπάθειά τους να ακολουθήσουν την τάση .
Τελικά , κατά την εκτίμηση των πιθανοτήτων , το φάσμα των σφαλμάτων είναι ευρύτατο .
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αντιλαμβάνεται ευκολότερα τις φυσικές συχνότητες ( τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τις πληροφορίες πριν την θεωρία των πιθανοτήτων , ακατέργαστες παρατηρήσεις που δεν έχουν ομαλοποιηθεί όσον αφορά τα ποσοστά βάσης του εκάστοτε γεγονότος ) από ότι τις πιθανότητες και επαναδιατύπωση των ερωτημάτων σε όρους φυσικών συχνοτήτων , θα περιόριζε σημαντικά τα σφάλματα .
ΠΗΓΗ : Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο , Διπλωματική Εργασία του Καπλάνη Βάιου.
Υπεύθυνος καθηγητής : Ιωάννης Ψαρράς .
ΕΡΕΥΝΑ – ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ – ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΔΥΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε.